Τις προάλλες συνάντησα στο δρόμο τον Κωστή, πρώην μαθητή μου. Τον είχα τα τρία προηγούμενα χρόνια, σ’ όλο το Γυμνάσιο. Φέτος πάει πρώτη ΕΠΑΛ (Λυκείου).
Ο Κωστής ήταν μια ακραία περίπτωση μαθητή. Η μάνα του είναι επιβεβαιωμένα τρελή. Ο πατέρας του αλκοολικός, βίαιος, ανεύθυνος. Ένας πολύ μικρότερος αδελφός του θεωρείται (για αδιευκρίνιστους λόγους) το παιδί πρότυπο, καμάρι των γονιών του, όχι σαν τον άχρηστο τον Κωστή.
Ο ίδιος ο Κωστής έκανε την Α΄ Γυμνασίου τέσσερις (αριθμός 4) φορές. Την τέταρτη άλλαξε σχολείο και ήρθε στο δικό μας, την ίδια χρονιά που ήρθα κι εγώ. Δηλαδή τον γνώρισα στην τέταρτη Α΄ Γυμνασίου του, και τον είχα ακόμη στη Β΄ και τη Γ΄.
Ήταν μια κινούμενη δυστυχία. Ως μαθητής, απόλυτα ανεπίδεκτος. Στους συμμαθητές του αντιπαθής. Τον απέφευγαν, τον κορόιδευαν. Δεν πλενόταν, και τα παιδιά σιχαίνονταν να ακουμπήσουν οτιδήποτε είχε ακουμπήσει ο ίδιος, και δεν έκαναν καμία προσπάθεια να το κρύψουν. Για τους ελεεινούς του βαθμούς ο πατέρας του είτε τον βάραγε είτε του έλεγε: «Μα γιατί δεν μπορείς να είσαι σαν τον αδερφό σου;». Δεν είχε φίλους. Πόσο μάλλον δεν είχε γκόμενα. Οι παλιοί του καθηγητές, από το άλλο γυμνάσιο, του είχαν τσακίσει την όποια αυτοπεποίθηση. 17 ετών, δεν είχε γνωρίσει άλλο συναίσθημα από την περιφρόνηση. Ήταν ο απόλυτος πάτος. Όχι απλώς ο πάτος του σχολείου μας, ο πάτος της κοινωνίας. Πιο κάτω από τον τρελό του χωριού, που ίσως κάποιοι τον συμπαθούν. Πιο κάτω από τους εγκληματίες, που ίσως κάποιοι τους θαυμάζουν για το νταηλίκι τους ή τουλάχιστον τους φοβούνται, ή που μπορεί να έχουν κάνει λεφτά με την παρανομία. Ήταν ίσα με τα διωγμένα σκυλιά. Στου Κωστή τη ζωή, όσο είμαι σε θέση να την ξέρω, δεν υπήρχε τίποτε που να μην είναι ολόμαυρο.
Τα αντιμετώπιζε όλα αυτά με πραγματική υπομονή αγίου. Θα μπορούσε να είναι βίαιος, καβγατζής, αλλά δεν ήταν. Θα μπορούσε να διασαλεύει την τάξη και να εξεγείρεται κατά της δικής μας εξουσίας, αλλά δεν το έκανε. Στην τάξη και στο διάλειμμα ποτέ δεν έδινε την παραμικρή αφορμή. Το μόνο που έκανε ήταν ότι είχε κλείσει τα εισερχόμενα του μυαλού του. Είχε κατεβάσει τα στόρια. Το βρίσκω λογικό εκ μέρους του. Το αποτέλεσμα όμως ήταν ότι τουλάχιστον από τότε που τον ξέρω εγώ, οι σχολικές του γνώσεις δεν αυξήθηκαν ούτε κατά ένα γιώτα. Ούτε μία φορά δεν ήξερε μάθημα. Ήταν ο μόνος άνθρωπος που έχω δει γράφει το όνομά του με λάθη. Τα γράμματά του ήταν σαν κάποιου που πιάνει πρώτη φορά μολύβι και δεν είναι σίγουρος πώς ακριβώς το κρατάνε. Έδειχνε σαν καθυστερημένος, ακόμα και στη φάτσα. Υπάρχει μέχρι και η φήμη ότι είχε πάθει εγκεφαλικές βλάβες από το ξύλο του πατέρα του. Αυτή τη στιγμή που μιλάμε ο Κωστής είναι όχι απλώς λειτουργικά αναλφάβητος, είναι σχεδόν σκέτος αναλφάβητος.
Οι λόγοι που σ’ εμάς κάθε χρόνο προβιβαζόταν και τελικά πήρε απολυτήριο ήταν: αφενός, ότι σ’ εμάς γενικά όλοι περνάνε· αφετέρου, ότι καθώς είναι από φτωχή οικογένεια, το να έχει ένα απολυτήριο γυμνασίου ήταν η μόνη του ελπίδα να μπορέσει να βρει κάτι στη ζωή ώστε τουλάχιστον να επιβιώνει υλικά· και επιπλέον η άποψη που είχαν προβάλει ορισμένοι από εμάς, ότι όποια κι αν είναι τα σχολικά του αμαρτήματα, ο Κωστής τα έχει ήδη προπληρώσει, με τις τέσσερις χρονιές στην ίδια τάξη και τις ψυχολογικές τους συνέπειες.
Ήθελε να πάει κάπου να μάθει υδραυλικός. Τελικά μαθαίνει ότι η σχολή όπου στόχευε δεν είναι για αποφοίτους γυμνασίου, αλλά πρώτης ΕΠΑΛ. Πήγε λοιπόν και γράφτηκε στην πρώτη ΕΠΑΛ, προς απόγνωση των εκεί συναδέλφων (πώς το πήρε ο ίδιος, ούτε θέλω να σκέφτομαι).
Και μια μέρα, καθώς έλεγα στην αρχή, τον συναντώ στο δρόμο. Με συμπαθούσε πάντοτε, επειδή δεν του φερόμουν ούτε με αποστροφή ούτε με συγκατάβαση, αλλά όπως σε κάθε αξιοπρεπή άνθρωπο. Χάρηκε λοιπόν που με είδε, και μιλήσαμε λίγο. Μου είπε ότι είναι ξανά μαθητής. Και, μιας και με συνάντησε, ήθελε κάτι να μου ζητήσει: στο μάθημα της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας είχαν ένα κείμενο που το είχαμε κάνει και μαζί στο Γυμνάσιο, το Τραγούδι του Νεκρού Αδελφού. Θυμόταν ότι εγώ τούς το είχα φέρει να το ακούσουν από μία ηχογράφηση, και το είπε στην καθηγήτριά του, και μήπως θα μπορούσα να του το δανείσω να το ακούσουν κι εκεί;
ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΗΚΑ. Όταν το μάθημα είχε δημοτικά τραγούδια ήταν η καλύτερή μου, και έβαζα πάντοτε όλο το μεράκι και την έμπνευσή μου για να μεταδώσω στα παιδιά την ομορφιά των τραγουδιών. Και ιδού ο χειρότερος μαθητής όλων των εποχών, ο τελευταίος των τελευταίων, ο πανάχρηστος, ο αναλφάβητος, ο καθυστερημένος, το απροσάρμοστο, ο Κωστής, θυμόταν πώς είχα κάνει εκείνο το συγκεκριμένο μάθημα, και προφανώς τον είχε αγγίξει κιόλας, αλλιώς δε θα το θυμόταν! Δε νομίζω ότι ο ίδιος είναι σε θέση να αντιληφθεί τι ανεκτίμητο δώρο ήταν για μένα αυτή η κουβέντα του.
Του υποσχέθηκα ότι θα του το φέρω. Και δεν το ξέχασα. Αποφάσισα να του γράψω σε ένα σιντί όλες τις διαφορετικές εκτελέσεις που είχα από το τραγούδι, και να του το δώσω είτε για να το κρατήσει είτε για να το χαρίσει στην καθηγήτριά του είτε για να κάνει ό,τι νομίζει. Αλλά το αμέλησα. Τη μια μέρα δεν είχα χρόνο, την άλλη δεν είχα άδεια σιντί, την τρίτη δεν ήξερα πώς να τον συναντήσω, τελικά δεν το έκανα.
Μία βδομάδα αργότερα, σήμερα δηλαδή, τον ξαναπέτυχα στο δρόμο. Του είπα ότι δεν το έφερα, αλλά δεν το ξέχασα κιόλας, και τον ρώτησα αν το θέλει ακόμη. Όχι, μου είπε, έχουν περάσει σ’ άλλα κείμενα. Ευχαριστεί πολύ πάντως.
Πόσο ντράπηκα! Πόσο μετάνοιωσα! Αν είχα ασχοληθεί λίγο, ο Κωστής θα είχε ίσως μία μοναδική ευκαιρία να λάμψει στην τάξη, φέρνοντας κάτι που θα ζωντάνευε το κείμενο, που θα έδινε άλλο χαρακτήρα στο μάθημα και που κανένα άλλο παιδί και πιθανότατα ούτε η ίδια η καθηγήτρια δεν ήξερε ότι υπάρχει, ή κι αν το είχε ακουστά πάντως δε θα το έφερνε στην τάξη. Βέβαια, μπορεί και να μη συνέβαινε τίποτε απ’ όλα αυτά, μπορεί κανείς να μην έδινε σημασία και να μην έπαιζαν καν την ηχογράφηση· η πιθανότητα όμως, έστω και μικρή, να γίνονταν αυτά τα σπουδαία θα ήταν ασφαλώς η μοναδική στη μακρότατη μαθητική του καριέρα· και ίσως, ίσως-ίσως, μια στο εκατομμύριο, να έδινε την πρώτη ευκαιρία του Κωστή να βγει από την κόλαση όπου ζει: να έπαιρνε ένα δημόσιο μπράβο, ένα χαμόγελο, μια αναγνώριση επιτέλους από κάποιον ότι ο Κωστής κάτι αξίζει, δεν είναι άχρηστος όπως πιστεύουν όλοι και πρώτος απ’ όλους ο ίδιος.
Αλλά δεν ασχολήθηκα, όπως κανείς ποτέ δεν ασχολείται με τον Κωστή, κι έτσι η μοναδική ευκαιρία του πήγε στράφι.
Ο Κωστής ήταν μια ακραία περίπτωση μαθητή. Η μάνα του είναι επιβεβαιωμένα τρελή. Ο πατέρας του αλκοολικός, βίαιος, ανεύθυνος. Ένας πολύ μικρότερος αδελφός του θεωρείται (για αδιευκρίνιστους λόγους) το παιδί πρότυπο, καμάρι των γονιών του, όχι σαν τον άχρηστο τον Κωστή.
Ο ίδιος ο Κωστής έκανε την Α΄ Γυμνασίου τέσσερις (αριθμός 4) φορές. Την τέταρτη άλλαξε σχολείο και ήρθε στο δικό μας, την ίδια χρονιά που ήρθα κι εγώ. Δηλαδή τον γνώρισα στην τέταρτη Α΄ Γυμνασίου του, και τον είχα ακόμη στη Β΄ και τη Γ΄.
Ήταν μια κινούμενη δυστυχία. Ως μαθητής, απόλυτα ανεπίδεκτος. Στους συμμαθητές του αντιπαθής. Τον απέφευγαν, τον κορόιδευαν. Δεν πλενόταν, και τα παιδιά σιχαίνονταν να ακουμπήσουν οτιδήποτε είχε ακουμπήσει ο ίδιος, και δεν έκαναν καμία προσπάθεια να το κρύψουν. Για τους ελεεινούς του βαθμούς ο πατέρας του είτε τον βάραγε είτε του έλεγε: «Μα γιατί δεν μπορείς να είσαι σαν τον αδερφό σου;». Δεν είχε φίλους. Πόσο μάλλον δεν είχε γκόμενα. Οι παλιοί του καθηγητές, από το άλλο γυμνάσιο, του είχαν τσακίσει την όποια αυτοπεποίθηση. 17 ετών, δεν είχε γνωρίσει άλλο συναίσθημα από την περιφρόνηση. Ήταν ο απόλυτος πάτος. Όχι απλώς ο πάτος του σχολείου μας, ο πάτος της κοινωνίας. Πιο κάτω από τον τρελό του χωριού, που ίσως κάποιοι τον συμπαθούν. Πιο κάτω από τους εγκληματίες, που ίσως κάποιοι τους θαυμάζουν για το νταηλίκι τους ή τουλάχιστον τους φοβούνται, ή που μπορεί να έχουν κάνει λεφτά με την παρανομία. Ήταν ίσα με τα διωγμένα σκυλιά. Στου Κωστή τη ζωή, όσο είμαι σε θέση να την ξέρω, δεν υπήρχε τίποτε που να μην είναι ολόμαυρο.
Τα αντιμετώπιζε όλα αυτά με πραγματική υπομονή αγίου. Θα μπορούσε να είναι βίαιος, καβγατζής, αλλά δεν ήταν. Θα μπορούσε να διασαλεύει την τάξη και να εξεγείρεται κατά της δικής μας εξουσίας, αλλά δεν το έκανε. Στην τάξη και στο διάλειμμα ποτέ δεν έδινε την παραμικρή αφορμή. Το μόνο που έκανε ήταν ότι είχε κλείσει τα εισερχόμενα του μυαλού του. Είχε κατεβάσει τα στόρια. Το βρίσκω λογικό εκ μέρους του. Το αποτέλεσμα όμως ήταν ότι τουλάχιστον από τότε που τον ξέρω εγώ, οι σχολικές του γνώσεις δεν αυξήθηκαν ούτε κατά ένα γιώτα. Ούτε μία φορά δεν ήξερε μάθημα. Ήταν ο μόνος άνθρωπος που έχω δει γράφει το όνομά του με λάθη. Τα γράμματά του ήταν σαν κάποιου που πιάνει πρώτη φορά μολύβι και δεν είναι σίγουρος πώς ακριβώς το κρατάνε. Έδειχνε σαν καθυστερημένος, ακόμα και στη φάτσα. Υπάρχει μέχρι και η φήμη ότι είχε πάθει εγκεφαλικές βλάβες από το ξύλο του πατέρα του. Αυτή τη στιγμή που μιλάμε ο Κωστής είναι όχι απλώς λειτουργικά αναλφάβητος, είναι σχεδόν σκέτος αναλφάβητος.
Οι λόγοι που σ’ εμάς κάθε χρόνο προβιβαζόταν και τελικά πήρε απολυτήριο ήταν: αφενός, ότι σ’ εμάς γενικά όλοι περνάνε· αφετέρου, ότι καθώς είναι από φτωχή οικογένεια, το να έχει ένα απολυτήριο γυμνασίου ήταν η μόνη του ελπίδα να μπορέσει να βρει κάτι στη ζωή ώστε τουλάχιστον να επιβιώνει υλικά· και επιπλέον η άποψη που είχαν προβάλει ορισμένοι από εμάς, ότι όποια κι αν είναι τα σχολικά του αμαρτήματα, ο Κωστής τα έχει ήδη προπληρώσει, με τις τέσσερις χρονιές στην ίδια τάξη και τις ψυχολογικές τους συνέπειες.
Ήθελε να πάει κάπου να μάθει υδραυλικός. Τελικά μαθαίνει ότι η σχολή όπου στόχευε δεν είναι για αποφοίτους γυμνασίου, αλλά πρώτης ΕΠΑΛ. Πήγε λοιπόν και γράφτηκε στην πρώτη ΕΠΑΛ, προς απόγνωση των εκεί συναδέλφων (πώς το πήρε ο ίδιος, ούτε θέλω να σκέφτομαι).
Και μια μέρα, καθώς έλεγα στην αρχή, τον συναντώ στο δρόμο. Με συμπαθούσε πάντοτε, επειδή δεν του φερόμουν ούτε με αποστροφή ούτε με συγκατάβαση, αλλά όπως σε κάθε αξιοπρεπή άνθρωπο. Χάρηκε λοιπόν που με είδε, και μιλήσαμε λίγο. Μου είπε ότι είναι ξανά μαθητής. Και, μιας και με συνάντησε, ήθελε κάτι να μου ζητήσει: στο μάθημα της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας είχαν ένα κείμενο που το είχαμε κάνει και μαζί στο Γυμνάσιο, το Τραγούδι του Νεκρού Αδελφού. Θυμόταν ότι εγώ τούς το είχα φέρει να το ακούσουν από μία ηχογράφηση, και το είπε στην καθηγήτριά του, και μήπως θα μπορούσα να του το δανείσω να το ακούσουν κι εκεί;
ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΗΚΑ. Όταν το μάθημα είχε δημοτικά τραγούδια ήταν η καλύτερή μου, και έβαζα πάντοτε όλο το μεράκι και την έμπνευσή μου για να μεταδώσω στα παιδιά την ομορφιά των τραγουδιών. Και ιδού ο χειρότερος μαθητής όλων των εποχών, ο τελευταίος των τελευταίων, ο πανάχρηστος, ο αναλφάβητος, ο καθυστερημένος, το απροσάρμοστο, ο Κωστής, θυμόταν πώς είχα κάνει εκείνο το συγκεκριμένο μάθημα, και προφανώς τον είχε αγγίξει κιόλας, αλλιώς δε θα το θυμόταν! Δε νομίζω ότι ο ίδιος είναι σε θέση να αντιληφθεί τι ανεκτίμητο δώρο ήταν για μένα αυτή η κουβέντα του.
Του υποσχέθηκα ότι θα του το φέρω. Και δεν το ξέχασα. Αποφάσισα να του γράψω σε ένα σιντί όλες τις διαφορετικές εκτελέσεις που είχα από το τραγούδι, και να του το δώσω είτε για να το κρατήσει είτε για να το χαρίσει στην καθηγήτριά του είτε για να κάνει ό,τι νομίζει. Αλλά το αμέλησα. Τη μια μέρα δεν είχα χρόνο, την άλλη δεν είχα άδεια σιντί, την τρίτη δεν ήξερα πώς να τον συναντήσω, τελικά δεν το έκανα.
Μία βδομάδα αργότερα, σήμερα δηλαδή, τον ξαναπέτυχα στο δρόμο. Του είπα ότι δεν το έφερα, αλλά δεν το ξέχασα κιόλας, και τον ρώτησα αν το θέλει ακόμη. Όχι, μου είπε, έχουν περάσει σ’ άλλα κείμενα. Ευχαριστεί πολύ πάντως.
Πόσο ντράπηκα! Πόσο μετάνοιωσα! Αν είχα ασχοληθεί λίγο, ο Κωστής θα είχε ίσως μία μοναδική ευκαιρία να λάμψει στην τάξη, φέρνοντας κάτι που θα ζωντάνευε το κείμενο, που θα έδινε άλλο χαρακτήρα στο μάθημα και που κανένα άλλο παιδί και πιθανότατα ούτε η ίδια η καθηγήτρια δεν ήξερε ότι υπάρχει, ή κι αν το είχε ακουστά πάντως δε θα το έφερνε στην τάξη. Βέβαια, μπορεί και να μη συνέβαινε τίποτε απ’ όλα αυτά, μπορεί κανείς να μην έδινε σημασία και να μην έπαιζαν καν την ηχογράφηση· η πιθανότητα όμως, έστω και μικρή, να γίνονταν αυτά τα σπουδαία θα ήταν ασφαλώς η μοναδική στη μακρότατη μαθητική του καριέρα· και ίσως, ίσως-ίσως, μια στο εκατομμύριο, να έδινε την πρώτη ευκαιρία του Κωστή να βγει από την κόλαση όπου ζει: να έπαιρνε ένα δημόσιο μπράβο, ένα χαμόγελο, μια αναγνώριση επιτέλους από κάποιον ότι ο Κωστής κάτι αξίζει, δεν είναι άχρηστος όπως πιστεύουν όλοι και πρώτος απ’ όλους ο ίδιος.
Αλλά δεν ασχολήθηκα, όπως κανείς ποτέ δεν ασχολείται με τον Κωστή, κι έτσι η μοναδική ευκαιρία του πήγε στράφι.
13 σχόλια:
Απ΄ όλη αυτή την τραγική περίπτωση του Κωστή, του κάθε Κωστή, να μείνουμε στην περίπτωση που θυμόταν το "τραγούδι". Πόσα παρόμοια μπορεί να θυμάται ο Κωστής, που ίσως να μην τα θυμούνται οι "άριστοι" και οι "καλοί";
Πάντως είναι μια συγκλονιστική περίπτωση.
«το εκπαιδευτικό σφάλμα» , «το εκπαιδευτικό πείραμα», «το τραγούδι του νεκρού αδελφου», «γλωσσικές παρατηρήσεις» θέματα προβληματισμού, παντα επίκαιρα.
Εκπαιδευτικός! Στην εποχή μου σήμαινε τον Δάσκαλο με «Δ» κεφαλαιο, την γνώση, τον σεβασμό, το πρώτυπο της κοινωνίας, το καταξιωμένο άτομο της γειτονιάς μας, αλλά και τον φόβο επίσης. Αρτηριοσκληρωτικές εποχές, θα μου πειτε, της άποψης ότι το ξύλο βγήκε απο τον παράδεισο, με ..δημοκρατικές διαδικασίες,
Επειδή όμως τα πάντα ρεί, ερχόμενοι στο σήμερα βλέπουμε τους Δασκάλους να καλούνται ν’ αντιμετωπίσουν την ελλειψη επικοινωνιας, την αδιαφορία του μαθητή, την αισθηση της παγωμάρας στην τάξη, την έλλειψη κινήτρων, σεβασμού, το θράσος, την απαξίωση, το αλλου για αλλου, τον ωχαδελφισμό, τον πατέρα που έρχεται πρωι-πρωι και σπαει στο ξύλο με μπουνιές τον συμμαθητή του γιου του, που την προηγούμενη μέρα του είχε ρίξει πορτοκαλάδα στο μανίνι κ.α...μανίκι η υπόθεση.
Κάποιοι Δάσκαλοι, στην προσπαθειά τους να επιτελέσουν το έργο τους, προσπαθουν, ελπίζουν, κάνουν υπομονή, απογοητεύονται , λαμβάνουν δραστικότερα μέτρα, σκέφτονται ακόμη και να μην ξαναμπούν στην τάξη. Υπαρχει μια παλιά αντιπροσω πευτική Αμερικάνικη ταινία «στον Δάσκαλό μας με άγάπη», ρωμαντική για τα σημερινά δεδομένα , χώρια που ο Δάσκαλος ήταν μιγάς, όπου η παραίτησή του (αν θυμάμαι καλα) φανέρωσε την εκτίμηση και την αγάπη των μαθητών στο πρόσωπό του.
Συμφωνώ με τον Γιάννη ότι έχουν δουλέψει πολλοί παράγοντες εδω και χρόνια για να πετύχουν αυτό το χάλι. Τα σχολεία μας όμως δέν είναι τίποτε άλλο από την μικρογραφία της κοινωνίας μας και συνήθως βλέποντας ένα παιδί ξέρουμε από τί σπίτι προέρχεαι.
Έρχεται λοιπον ο Κωστής και ανατρέπει όλα τα δεδομένα, τα συναισθήματα μας πνίγουν, υγραίνονται τα μάτια, από αλλού το περιμέναμε και απο αλλού μας ήρθε...και ποιός ο Κωστής, που παρά την μαυρίλα του, την απόριψη πού έχει νοιώσει στο πετσί του, την απέχθεια, την τρέλα, την βία, ο Κωστής που δεν έχει ακούσει ένα καλο λόγο, που δεν έχει βρεί καταφύγιο σε καμμια αγκαλιά, που κανένα χάδι δεν έδιωξε ποτέ τους εφιαλτες του, έρχεται αναπάντεχα να επιβεβαιώσει ότι παρ’όλο που είχε κλείσει τα εισερχομενα , τελικά ηταν εκεί στην τάξη, κατι πηρε , ζούσε το μάθημα, απλά δεν είχε μάθει να το δείχνει μια και κανένας δεν ενδιαφερόταν γι αυτόν. Θέλησε να κάνει κι ο ίδιος ότι είχε κάνει ο Δάσκαλός του που προφανώς τον είχε σαν πρώτυπο. Ελπιδοφόρο αυτό. Ειναι δυνατή η ψυχή του ανθρώπου.
Βέβαια το ποθούμενο θα ήταν η δύσκολη και γοητευτική τέχνη του εκπαιδευτικού (εκπαιδευτικό πείραμα) να είχει φανερή απήχηση στην πλειονοτητα των μαθητων. Ισως ο χρόνος αποδείξει οτι πράγματι δεν παει χαμένη η προσπάθεια του Δασκάλου.
Θα μου πείτε ότι άσχετα με την τελική έκβαση των πραγμάτων, ο Κωστής συμπτωματικά συναντήθηκε με τον Δάσκαλό του στον δρόμο και του ζήτησε την βοήθειά του. Ισως όμως μια επόμενη συνάντηση θα μπορούσε να μην είναι συμπτωματική.
Και το λέω αυτό με αφορμή ένα περιστατικό στην T.V. οπου κατι «καλά παιδιά» κλέψανε τα λαχεία ενός λαχειοπώλη στην Ομόνοια αξίας 6.500,- ευρώ.
Ο λαχειοπώλης ευπαρουσίαστος μεν, καθαρος και περιποιημένος άνθρωπος. Ομως με το πού ανοιγει το στόμα του να μιλήσει καταλαβαινει κανείς ότι ειναι ατομο με ειδικές ανάγκες, στο οποίο μάλιστα εδώ και χρόνια έχει αφαιρεθεί το επίδομα που εδικαιούτο. Ζει και δουλεύει με την 71χρονη μητέρα του, αξιοπρέπως και άκουσα πολύ κόσμο να τηλεφωνεί στο κανάλι και ενας κύριος ν΄ανελαμβάνει να πληρώσει το ποσόν των 6.500.- ευρώ και άλλα πολλά..
Το τηλεφώνημα όμως που εγώ θεώρησα σαν το πιο σπουδαίο ήταν ενός άντρα νέου σχετικά, ο οποίος είπε ότι δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να δώσει χρήματα γιατι έχει οικογένεια να συντηρήσει, όμως θαθελε να ξέρει που ακριβως μπορεί να βρεί τον λαχειοπώλη και να γίνουν φίλοι.
Ακομη και σήμερα υπάρχουν άνθρωποι που έχουν και διαθέτουν γεναιόδωρα τα χρήματα που κυριολεκτικά σώσανε αυτόν τον λαχειοπώλη απο την οικονομική καταστροφή. Και μετά ; με τα λεφτά δεν αγοράζεται το ενδιαφέρον, η αγάπη.
Ας μην κλείσουμε όμως το θέμα με την φράση: κι έτσι η μοναδική ευκαιρία του Κωστή πήγε στράφι. Ας είμαστε αισιόδοξοι. Ο Κωστής δεν διακρίθηκε ακόμη στην τάξη του, όμως το σχολικό έτος δέν τελείωσε και ευκαιρίες θα παρουσιαστούν κι άλλες ξανά και οι μαθητές θα μουρμουράνε όχι πάλι δημοτικό τραγούδι κύριε, αρκεί όμως να μην χαθεί η επαφή με τον Κωστή. Κι αν δεν έχει πάρει καλό βαθμό, κι αν δεν ξέρει να γράψει το όνομά του ακόμη, κι αν δεν κατόρθωσε να ξεχωρίσει θετικά (γιατί αλλοιώς ξεχωρίζει ήδη), ας του φερθεί κάποιος ανθρώπινα, ας ξέρει ότι τον σκέφτονται, οτι μπορεί ίσως ν’απευθυνθεί κάπου. Ποτέ δεν είναι αργά, θέληση να υπάρχει.
Με τυραννάει το κείμενό σου, Πέπε, από τότε που το πρωτοδιάβασα -και το έχω διαβάσει αρκετές φορές. Σήμερα επέστρεφα από το σχολείο και οδηγώντας πάλι το κείμενο σκεφτόμουν.
Ίσως γιατί μου θύμισε μια παρόμοια ιστορία μ' ένα μαθητή που είχαμε.
Ήταν ένα ήσυχο παιδί στην Α΄ Γυμνασίου, προφανώς δυσλεκτικό, ορφανό από πατέρα και η μάνα του δεν ήταν καθόλου σε θέση να το βοηθήσει. Σαν τον Κωστή, δεν ήξερε ούτε το όνομά του να γράφει. Παρόλα αυτά άκουγε. Άκουγε την Οδύσσεια, άκουγε τα ποιήματα και τα διηγήματα στα κείμενα και τουλάχιστον είχε το κουράγιο να σηκώνει το χέρι και να λέει νόημα.
Δυστυχώς τον Ιούνιο κόπηκε. Ξαναφοίτησε για δεύτερη χρονιά και το δεύτερο Ιούνιο πάλι τον έκοψαν. Δεν είχε κουράγιο να συνεχίσει, ορφανό ήταν, έπρεπε να βοηθήσει και τη μάνα του...
Έπιασε δουλειά· μοίραζε διαφημιστικά φυλλάδια. Μετά από χρόνια τον ξαναείδαμε, είχε βρει μια καλύτερη δουλειά από τα φυλλάδια...
Συμφωνώ με τον sma πως δεν ήταν η μοναδική ευκαιρία του Κωστή. Αν συναντηθήκατε τυχαία, ίσως την επόμενη φορά η συνάντηση να μην είναι τυχαία...
Σπαραχτικό κείμενο. Πόσους Κωστηδες είχαμε, έχουμε και θα έχουμε στις τάξεις μας...
Το θέμα είναι ότι δεν είμαστε ψυχολόγοι, ούτε πρόνοια. ΠΩΣ μπορούμε να βοηθήσουμε; Το χαμόγελο, το κίνητρο, η επιβράβευση, ακόμη κ η αγάπη του συλλόγου και των συμμαθητών (να υπήρχαν) δεν αρκούν... Μετά την έβδομη ώρα η δυστυχία θα είναι πάλι μπροστά στον Κωστή.
Πόσες φορές δεν τα έχω σκεφτεί αυτά! Απελπισία...
Ματίνα,
Δυστυχώς δεν είμαστε ο Θεός. Δεν είμαστε οι αίροντες τας αμαρτίας του κόσμου. Αν μπορούμε να βοηθήσουμε, βοηθάμε. Όσο μπορούμε καλύτερα. Όπως τον κάθε συνάνθρωπό μας, έτσι και το μαθητή μας. Ίσως το μαθητή μας λίγο περισσότερο.
Από κει και πέρα, η ζωή είναι δύσκολη (και για μερικούς περισσότερο απ' ό,τι για άλλους), χωρίς να φταίμε εμείς γι' αυτό.
Σμα, Γιάννη και κάθε άλλος που συγκινήθηκε: αν σας παρηγορεί, βρήκα την καθηγήτρια του Κωστή, της είπα την ιστορία και την παρακάλεσα να θεωρήσει ότι ο Κωστής όντως έφερε το σιντί που σκόπευε να φέρει.
Αλλά έμαθα κάτι άλλο, ελάχιστα παρήγορο, και είμαι να διαρρήξω τα ιμάτιά μου: ο Κωστής, λόγω κακής ενημέρωσης, πήγε εκπρόθεσμα να γραφτεί στο ΕΠΑΛ, και το να γίνει δεκτή η εγγραφή του εξαρτάται από το Υπουργείο. Και το Υπουργείο αρνείται να τη δεχτεί.
ΓΑΜΩ ΤΟ ΚΕΡΑΤΟ ΜΟΥ!!! Το Υπουργείο δε χαλιέται που δεν έχουμε βιβλία για όλους τους μαθητές, που δεν υπάρχει σε όλο το νησί (3 Γυνμνάσια και 3 Λύκεια) καθηγητής Καλλιτεχνικών και Μουσικής, που το δικό μου σχολείο μέχρι πριν ένα μήνα δεν είχε κανένα χώρο για τη Γυμναστική, δε χαλιέται για τα σημεία και τέρατα που συμβαίνουν σε σχολεία όλης της χώρας και που περιγράφω στο κείμενο "Pasaran!", και ξαφνικά τώρα με την προθεσμία εγγραφής του Κωστή θυμήθηκε ότι πρέπει να είμαστε τυπικοί.
Όσο και να είχες ασχοληθεί, τελικά θα ένιωθες πως δεν είναι αρκετό.. ίσως όμως η καλύτερη ευκαιρία που τού έδωσες να ήταν ότι μπορεί να σε βλέπει στον δρόμο και να χαίρεται.
Και το ότι τού έμεινε το τραγούδι.
είναι κάτι ψυχές που πάνε στράφι
Συνάδελφε, τι να πω, δεν θα σταθώ στον Κωστή τα είπαν οι προλαλήσαντες πολύ καλά, να σου πω μόνο πόσο χαίρομαι που διάβασα ένα μπλογκ που η φωνή του μου είναι απόλυτα γνώριμη και οικεία. Να είσαι καλά. Και, συ είπας, τίποτε δεν πάει χαμένο, ακόμα και το ψιχουλάκι αγάπης μπορεί να αλλάξει τη ζωή ενός Κωστή, εμείς πια το ξέρουμε...
Συνάδελφοι, επιβεβαιώνεται και από την ιστορία του πέπε ότι ο πολιτισμός (και ειδικότερα η εκπαίδευση, που μας αφορά) χτίζεται πάνω στην πείρα των λαθών. Δυστυχώς, όμως, πολλές φορές τα λάθη μας μπορεί να κοστίζουν πολύ ακριβά. Ας είμαστε πιο προσεκτικοί!Ας είμαστε πιο προσεκτικοί!
Να καταθέσω τα συγχαρητήριά μου για την ευαισθησία και προσπάθεια. Καλή χρονιά.
Γειά σου Πέρι μεγάλε!! Έχει κίνηση το blog βλέπω. :-)) Ωραίες οι προσπάθειές σου φίλε. Μην το βάζεις κάτω. Καλή δύναμη και καλή συνέχεια. ;-)
Πέπε, σε διαβάζω στου Σαραντάκου και σε έχω πολύ εκτιμήσει· αυτή τη φορά όμως δάκρυσα...
Είναι η πρώτη φορά που διαβάζω άρθρα σας, αγνοούσα ότι είχατε μπλογκ και ομολογώ ότι βρέθηκα κατά λάθος – αγνοούσα πόσο απλό είναι, τόση ασχετοσύνη! Εντυπωσιάστηκα και συγκινήθηκα με όσα γράφετε . Στην αρχή ήταν απλή περιέργεια, αλλά ξεκίνησα με την περιγραφή των ημερών στην πλατεία και κόλλησα. Συνέχισα με τις εμπειρίες από το σχολείο και βρέθηκα να θαυμάζω την προσπάθεια, την επιμονή και το κουράγιο σας σ΄ένα τόσο ζωτικό και δύσκολο χώρο.. Μακάρι να ήταν πολλοί σαν εσάς.
Δεν ξέρω καν αν θα δείτε το σχόλιο, πιθανότατα δε θα με γνωρίσετε. Ένοιωσα όμως την ανάγκη να το γράψω. Εύχομαι να μην έχετε πάρει σύνταξη, έχετε πολλά να προσφέρετε.
ΛΟΥ
Δημοσίευση σχολίου