ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΚΑΡΠΑΘΙΚΑ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ

Γεια σας. Στα «Καρπάθικα Ημερολόγια», που πλέον γράφονται από την Αθήνα το Ηράκλειο, δημοσιεύω σκέψεις και ιδέες που με απασχολούν και που προέρχονται από οτιδήποτε μπορεί να είδα, άκουσα, έζησα.
Για να είμαστε σύμφωνοι με τους κανόνες του παιχνιδιού, θα διατηρήσουμε την ανωνυμία μας. Ο σκοπός βέβαια δεν είναι να κρυφτούμε πίσω από ένα ψευδώνυμο για να πούμε όσα δε θα τολμούσαμε να πούμε ενυπόγραφα, γι' αυτό και κάθε σχολιαστής είναι φυσικά ελεύθερος να υπογράφει όπως θέλει, επωνύμως ή ψευδωνύμως. Ωστόσο, θέλω να μείνουμε σταθεροί σ' αυτή την έστω και σχετική ανωνυμία, δηλαδή να μη δημοσιεύουμε το όνομα του άλλου αν το ξέρουμε.
Όταν απαγορευτεί η ανωνυμία, βλέπουμε...

Τρίτη 22 Μαΐου 2007

¡PASARÁN!

Ἐγὼ εἶμαι δάσκαλος. Ἐσεῖς ἴσως νὰ μὴν εἶστε. Σ’ αὐτὴ τὴν περίπτωση, πιθανότατα ἀγνοεῖτε κάποια ἀπὸ τὰ ἑφτασφράγιστα μυστικὰ τοῦ λειτουργήματός μας. Μπορεῖ πάλι καὶ νὰ τὰ ξέρετε· ἴσως νὰ εἶναι παγκοίνως γνωστά, νὰ τά ’χει ὁ κόσμος τούμπανο κι ἐμεῖς κρυφὸ καμάρι...
Τὰ παιδιὰ πηγαίνουν στὸ σχολεῖο γιὰ νὰ μάθουν ἕνα σωρὸ πράγματα. Τὰ «γράμματα» εἶναι μόνο ἑνα ἀπὸ αὐτά. Καλοῦνται ἀκόμη νὰ μάθουν τὴ διαδικασία τῆς κοινωνικοποίησης, καὶ νὰ μυηθοῦν σὲ μία σειρὰ ἀπὸ ἰδανικὰ ποὺ θὰ τὰ κάνουν «σωστοὺς ἀνθρώπους» στὴν κοινωνία. Σὰν κι ἐμᾶς, καλή μας ὥρα –ὅπου κι ἂν εἴμαστε.
Μέσα στὸν ροῦ τῆς ἱστορίας οἱ δασκάλοι μετῆλθαν πολλὲς καὶ διάφορες μεθόδους γιὰ νὰ τὰ πετύχουν ὅλα αὐτά. Οἱ παλιὲς μέθοδοι (ξύλο, φοβέρα...) ἔχουν ξεπεραστεῖ, εὐτυχῶς. Οἱ ἄνθρωποι τότε ἦσαν βάρβαροι καὶ ζῶα, καὶ δὲν ἔδιναν δεκάρα γιὰ τὴν εὐαίσθητη ψυχὴ τοῦ μαθητῆ. Ἀκούγοντας ἱστορίες τῶν παλιῶν γιὰ τοὺς δασκάλους τους, ποὺ τοὺς βασάνιζαν σωματικὰ καὶ ψυχικά, πάντα ἀποροῦσα: κι ὅταν, μετὰ ἀπὸ χρόνια, συναντήσει κανεὶς τὸν παλιό του δάσκαλο, μὲ τί αἰσθήματα καὶ μὲ τί ματιὰ χαιρετιοῦνται; Εὐτυχῶς στὴ δική μου γενιὰ επῆλθε ὁ ἐκπολιτισμὸς καὶ ἡ φώτιση. Ἔτσι πλέον ἡ Ε.Ψ.Μ. (Εὐαίσθητη Ψυχὴ τοῦ Μαθητῆ) βρίσκεται σὲ καλὰ χέρια.
Ὦ ναί! Ἐμεῖς μποροῦμε σήμερα, καὶ θὰ μποροῦμε καὶ αὔριο, νὰ ἀτενίσουμε τὸν μαθητή μας ἴσια στὰ μάτια, ξέροντας ὅτι ποτὲ δὲν ἐπράξαμε παρὰ συνείδησιν· καὶ ξέρουμε ὅτι κι ἐκεῖνος τίποτε ἄλλο δὲ σκέφτεται γιὰ μᾶς, παρὰ μόνον: «Γειά σου Δάσκαλε! (μὲ πολὺ κεφαλαῖο Δέλτα). Σὺ μ’ ἔκανες ἄνθρωπο, σὺ μοῦ ’μαθες νὰ ἀγωνίζομαι γιὰ κάθε τι τὸ ὡραῖο καὶ δίκαιο, σὺ μὲ δίδαξες νὰ σέβομαι τὸν ἑαυτό μου καὶ τοὺς ἄλλους, σὺ μοῦ ἀποκάλυψες τὶς μεγάλες ἀξίες καὶ τὰ ἰδεώδη τῆς Ζωής!»
Πῶς τὰ καταφέρνουμε ὅλα αὐτά; Ὁ δρόμος τῆς Ἀρετῆς εἶναι στενὸς καὶ δύσβατος, καὶ τὰ μυστικά του δὲ μεταβιβάζονται. Ἀλλά, μιᾶς καὶ μὲ πιάσατε μπόσικο, θὰ σᾶς ψιθυρίσω κάποια μικρὰ tips:
Σύμφωνα μὲ ἀνεπιβεβαίωτες φῆμες, ὑπάρχουν κάποιες διαταγὲς ἢ ὁδηγίες γιὰ τοὺς ἐκπαιδευτικοὺς Γυμνασίου καὶ Λυκείου ποὺ μᾶς ἀποτρέπουν ἀπὸ τοῦ νὰ προξενήσουμε ὄχι ἁπλῶς δυσεπούλωτα τραύματα, ἀλλὰ ἀκόμη καὶ τὴν παραμικρὴ σκιὰ δυσαρέσκειας στὴν Ε.Ψ.Μ.. Ἔτσι ὁ μαθητὴς πρέπει πάντοτε νὰ περνάει τὴν τάξη, ἀκόμη κι ἄν εἶναι ἀναλφάβητος (οἱ πολὺ ἀναλφάβητοι μποροῦν ἐνδεχομένως νὰ μένουν μετεξεταστέοι, ἀλλὰ σ’ αὐτὴ τὴν περίπτωση θὰ πρέπει τὸ Σεπτέμβρη νὰ προβιβαστοῦν ὁπωσδήποτε)· ἀκόμη κι ἂν ἔχει ὑπερβολικὰ πολλὲς ἀπουσίες (ὅσοι δὲν ἔχουν πατήσει ποτέ, παραπέμπονται στὶς ἐξετάσεις Σεπτεμβρίου καὶ μετὰ ἀκολουθεῖται ἡ προηγούμενη περίπτωση)· ἀκόμη κι ἂν συνδυάζουν τὰ ἀνωτέρω προσόντα· ἀκόμη κι ἂν δείχνουν πὼς θέλουν νὰ μείνουν (διότι, φέρ’ εἰπεῖν, θέλουν ἔτσι νὰ περάσουν ἕνα μήνυμα στοὺς γονεῖς τους ἢ σὲ κάποιον ἄλλο)· ἀκόμη κι ἂν τοῦς χρειάζεται νὰ ἐπαναλάβουν τὴν τάξη, γιὰ ὁποιονδήποτε πιθανὸ λόγο. Ὄχι, κύριε μαθητά. Ποὺ νὰ χτυπιέσαι, δὲ θὰ σὲ ἀφήσουμε. Θὰ φανοῦμε ἀταλάντευτα πιστοὶ στὶς ὑποχρεώσεις μας, τὶς ὁποῖες μᾶς ὑπαγορεύουν διαταγὲς ποὺ προσωπικὰ δὲν τὶς ἔχω δεῖ μὲ τὰ μάτια μου.
Ὅμως, ὑπάρχουν περιπτώσεις ὅπου τὰ ἀριθμητικὰ δεδομένα (βαθμοὶ καὶ ἀπουσίες) τοῦ μαθητῆ μοιάζουν νὰ μᾶς ὠθοῦν σὲ ἀπείθεια πρὸς τὶς διαταγές. Λέω «μοιάζουν», γιατὶ φυσικὰ στὴν πραγματικότητα ἁπλῶς ὁ θεὸς δοκιμάζει τὴν πίστη μας. Ὁ καλὸς ἐκπαιδευτικὸς θὰ βρεῖ πάντα τρόπο νὰ συμβιβάσει τὰ ἀσυμβίβαστα (π.χ. τὸ βαθμὸ κάτω ἀπὸ τὴ βάση μὲ τὸν προβιβασμό), κι ἂν δὲν τὸ καταφέρει μόνος του, θὰ τὸ καταφέρει ὁ Σύλλογος.
Τρόποι ὑπάρχουν. Μία ἁπλῆ καβάντζα εἶναι οἱ ἐξετάσεις τοῦ Σεπτεμβρίου: προβλέπεται ὁ μαθητὴς νὰ ἐξεταστεῖ καὶ γραπτὰ καὶ προφορικά, πράγμα ποὺ δὲν ἰσχύει γιὰ τὶς κανονικὲς ἐξετάσεις τοῦ Ἰουνίου. Ὁπότε, ἀκόμη κι ἂν σοῦ δώσει λευκὴ κόλλα (ποὺ πιάνει γιὰ 02), στὰ προφορικὰ κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ ἐλέγξει ὅτι δὲ σοῦ εἶπε γιὰ 17, ποὺ τοῦ ἔβαλες, κι ἔτσι ἔβγαλε μέσο ὅρο 9,5 = 10 καὶ πέρασε. Συνεπῶς ἡ προφορικὴ ἐξέταση δὲ χρειάζεται κὰν νὰ γίνει· γι’ αὐτὸ ἄλλωστε καὶ δὲ γίνεται. Ἁπλῶς ὑπολογίζουμε πόσο θέλει γιὰ νὰ περάσει, τοῦ τὸ βάζουμε, καὶ περνάει. Aussi simple que ça!
Στὴν περίπτωση κάποιων Ε.Ψ.Μ. γιὰ τὶς ὁποῖες ἀκόμη καὶ ἡ λύση τοῦ Σεπτέμβρη ἀντενδείκνυται, μποροῦν νὰ τροποποιηθοῦν ἐκ τῶν ὑστέρων οἱ βαθμοὶ τῶν περασμένων τριμήνων. Γιατί ὄχι; Ἂν δὲν εἶναι ὅσο ψηλοί πρέπει, τότε προφανῶς θέλουν ψήλωμα. Σοφία θέλει;
Ἀντίστοιχα ἰσχύουν καὶ γιὰ τὶς ἀπουσίες. Ὅμως ἐδῶ ἂς μοῦ ἐπιτραπεῖ νὰ ἀναφέρω συγκεκριμένα παραδείγματα. Τὸ ἕνα εἶναι πολὺ πρόσφατο, αὐτῶν τῶν ἡμερῶν, καὶ εἶναι ἴσα - ἴσα αὐτὸ ποὺ μοῦ ἐνέπνευσε τὴν παροῦσα ἐπιστολή, καὶ τὸ ἄλλο εἶναι παλιότερο καὶ τὸ θυμήθηκα συνειρμικά. Τὰ ὀνόματα εἶναι φυσικὰ παραλλαγμένα. Καὶ οἱ δύο ἱστορίες, ὅπως καὶ τὰ ὑπόλοιπα παραδείγματα τοῦ κειμένου, στηρίζονται σὲ πραγματικὰ περιστατικὰ ποὺ ἔλαβαν χώρα σὲ διάφορα σχολεῖα ἀνὰ τὴν Ἑλλάδα, καὶ ποὺ τὰ ξέρω εἴτε ἀπὸ ἄμεση εἴτε ἀπὸ ἔμμεση ἐμπειρία.

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΠΡΩΤΟ: Ἡ Ζωὴ καὶ ἡ Ἄννα εἶναι συμμαθήτριες στὴ Γ΄ Γυμνασίου καὶ πρῶτες ἐξαδέλφες. Περὶ τὰ μέσα Δεκεμβρίου οἱ μητέρες τους, ποὺ εἶναι ἀδελφές, τὶς παίρνουν ταξίδι νὰ δοῦν τὸν παπποῦ καὶ τὴ γιαγιά, ποὺ ζοῦν στὸ ἐξωτερικό. Τὸ ταξίδι κρατάει ἕνα μῆνα καὶ κάτι. Μέσα σ’ αὐτὸ τὸ διάστημα πέφτουν οἱ διακοπὲς τῶν Χριστουγέννων, ὅπου φυσικὰ δὲν μπαίνουν ἀπουσίες. Ὅμως πέφτουν καὶ δύο ἢ τρεῖς ἐργάσιμες ἑβδομάδες, ὅπου μπαίνουν. Κατὰ τὸ ὑπόλοιπο διάστημα τῆς χρονιᾶς οἱ δύο μαθήτριες κάνουν κι ἄλλες ἀπουσίες: μιὰ ἄρρωστες, μιὰ ἀποβολή, ὅ,τι εἶναι πιθανόν νὰ συμβεῖ στὸν ὁποιονδήποτε. Λίγο πρὶν τὸ τέλος τῆς χρονιᾶς γίνεται ἡ καταμέτρηση, καὶ διαπιστώνεται ὅτι οἱ δύο κόρες μένουν. Τὸ πρῶτο μέτρο ποὺ ἐφαρμόζεται πάντοτε εἶναι νὰ σβηστοῦν οἱ μονόωρες ἀπουσίες. Ἀνοίγω μία παρένθεση γιὰ νὰ τὸ ἐξηγήσω αὐτό:
Ἡ μονόωρη ἀπουσία συνήθως ὀφείλεται σὲ ὡριαία ἀπομάκρυνση ἀπὸ τὴν τάξη. Εἶναι δηλαδὴ ποινή. Γιὰ νὰ ἔχει ὅμως ἐπίσημη ἰσχὺ μία ποινή, πρέπει νἀ εἶναι περασμένη σ’ ἕνα εἰδικὸ βιβλίο, τὸ Ποινολόγιο. Κατόπιν τούτου ἔχει ληφθεῖ μέριμνα ὥστε τὸ Ποινολόγιο νὰ παραμένει ἀσυμπλήρωτο ἀπὸ πρόπερσι, γιὰ νὰ μποροῦν νὰ ἀντιμετωπίζονται τέτοιες ἔκτακτες περιπτώσεις. Ἔτσι, σβήνονται ὅλες οἱ μονόωρες ἀπουσίες ἀπὸ ἀποβολή, (καὶ ἐπειδὴ εἶναι λίγο μανούρα νὰ ψάχνεις ποιά εἶναι ἀπὸ ἀποβολὴ καὶ ποιά εἶναι κανονικὴ ἀπουσία, σβήνονται ὅλες οἱ μονόωρες γενικῶς) καθὼς καὶ τὶς τυχὸν ὁλοήμερες ἀποβολές –ποὺ γενικὰ σπανίζουν, λόγῳ Ε.Ψ.Μ..
Ἐπανέρχομαι στὴν ἱστορία μου. Τὸ πρῶτο αὐτὸ μέτρο ἔφερε κάποια πρόοδο, ἀλλὰ ὄχι τὴν ἐπιθυμητή: πλέον τὸ σύνολο τῶν ἀπουσιῶν τῶν δύο κοριτσιῶν δὲν ξεπερνᾶ τὸ ὅριο· ὅμως ἔχουν πολλὲς ἀδικαιολόγητες. Πάλι μένουν! Οἱ ἀπουσίες δικαιολογοῦνται μὲ χαρτὶ γιατροῦ ἤ, ὑπὸ κάποιους ὅρους, μὲ χαρτὶ ἀπὸ τὸν κηδεμόνα, μέσα σὲ δέκα μέρες ἀπὀ τὴ στιγμὴ ποὺ θὰ γίνουν. Βέβαια, ποιός κοιτάει προθεσμίες... Στὴν πράξη τὸ δικαιολογητικὸ γίνεται ὅποτε ἀναφανεῖ ὁ κίνδυνος, καὶ φυσικὰ μπορεῖ νὰ ἔχει καὶ παλιότερη ἡμερομηνία –σὲ περιπτώσεις ἀμφιβολίας μᾶς τὸ φέρνουν καὶ χωρὶς καθόλου ἡμερομηνία, καὶ τὴ συμπληρώνουμε ἐμεῖς!
Ἐνημερώνουμε σχετικὰ τὴ Ζωὴ καὶ τὴν Ἄννα. Μετὰ ἀπὸ λίγες μέρες ἡ Ἄννα μᾶς φέρνει μία συλλογὴ δικαιολογητικῶν ἀπὸ ὅλους σχεδὸν τοὺς γιατροὺς τῆς περιοχῆς: ἀπὸ τόσο μέχρι τόσο τοῦ μηνὸς εἶχε γρίππη, ὕστερα ὠτίτιδα, ὕστερα ἰλαρά, AIDS, σφράγισμα στὰ δόντια καὶ πᾶσα νόσο καὶ μαλακία. Ὁ συνάδελφος ποὺ ἦταν ὑπεύθυνος γιὰ τὶς ἀπουσίες τοῦ τμήματος, ἐλαφρῶς ἔκπληκτος, ἀρχικὰ ἀρνήθηκε νὰ τὰ λάβει ὑπ’ ὄψιν: σοῦ λέει, τὸ νὰ παραβλέψουμε τὴν προθεσμία κάπως τρώγεται, ἂς ποῦμε πὠς εἶναι μία διευκόλυνση πρὸς τὸ παιδὶ ὄχι πολὺ παράτυπη· ὅταν ὅμως πρόκειται γιὰ κανονικὴ πλαστογραφία, δὲ θὰ ἤθελα νὰ εἶμαι ἐγὼ αὐτὸς ποὺ θὰ τὸ διδάξει στοὺς μαθητές. [Ἴσως πλαστογραφία νὰ μὴν εἶναι ὁ ἀκριβὴς ὅρος: τὰ δικαιολογητικὰ ἦταν γνήσια, ἁπλῶς ἔλεγαν ψέματα.] Ἀναγκάστηκε ὅμως νὰ συναινέσει τελικά, διότι: οἱ μητέρες τών δύο κοριτσιῶν εἶχαν ἔρθει, ἤδη πρὶν ἀπὸ τὸ ταξίδι, σὲ συνεννόηση μὲ κάποιους ἀπὸ ἐμᾶς, καὶ μᾶς εἶπαν, «ἔτσι κι ἔτσι, ἐμεῖς θὰ πᾶμε αὐτὸ τὸ ταξίδι, τί θὰ γίνει μὲ τὶς ἀπουσίες;», κι ἐμεῖς τοῦς εἴπαμε «βρεῖτε ἕνα ὁποιοδήποτε δικαιολογητικό, κι ἐμεῖς ἔννοια σας», ὁπότε τώρα εἴμαστε δεσμευμένοι ἀπέναντί τους καὶ δὲν μποροῦμε νὰ ἐκτεθοῦμε –στὸ κάτω κάτω γιὰ τί ζοῦμε; γιὰ ἕνα φιλότιμο! Ἔ, τώρα, κι ἂν τὸ ἄργησαν λίγο τὸ δικαιολογητικό, τί σημασία ἔχει;
Κι ἔτσι η Ἄννα πέρασε, και ἡ Ε.Ψ.Μ. της σώθηκε. Ἀμ’ ἡ Ζωή; Τέλος -τέλος τῆς χρονιᾶς διαπιστώνεται ὅτι ἐκείνη χρωστάει ἀκόμη τὀ δικαιολογητικό, καὶ δὲν ἔχει κανένα περιθώριο νὰ τὸ φέρει. Τί νὰ τὴν κάνω αὐτήν; λέει ὁ καθηγητὴς τοῦ τμήματος. Προσπαθοῦμε νὰ τοὺ δικαιολογηθοῦμε: ἒ νά, μᾶς εἶχε ὑποσχεθεῖ ὅτι θὰ ἔφερνε τὸ δικαιολογητικό, τώρα ποιός ξέρει γιατί τὸ καθυστέρησε τόσο...
Καὶ ὁ συνάδελφος ἀναγκάστηκε νὰ ὑποπέσει σὲ μία παρατυπία: δικαιολόγησε τὶς ἀπουσίες χωρὶς νὰ ἔχει δικαιολογητικό.

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΔΕΥΤΕΡΟ: Ὁ Λευτέρης εἶναι 20 χρονῶν καὶ πάει δευτέρα Γυμνασίου. Ὅταν ἦταν στὰ κανονικά του χρόνια εἶχε παρατήσει τὸ σχολεῖο. Ἔκτοτε ἀλήτεψε, δούλεψε, πῆγε φαντάρος, καὶ τώρα στὰ γεράματα μάθε γέρο γράμματα. Ἀποφάσισε νὰ ξαναγραφτεῖ στὴν τάξη ποὺ εἶχε σταματήσει, γιὰ νὰ πάρει τὸ χαρτί. Ἡ ἐγγραφὴ δὲν ἔγινε Σεπτέμβριο, ἀλλὰ μερικοὺς μῆνες ἀργότερα. Δὲν ξέρω μέχρι ποιά ἐποχὴ μπορεῖ κανεὶς νὰ γραφτεῖ, τὸ βέβαιο ὅμως εἶναι ὅτι πρὶν γραφτεῖ ἕνας μαθητὴς δὲν παίρνει ἀπουσίες. Λογικό: ἀφοῦ δὲν εἶσαι γραμμένος, δὲν μπορεῖς νὰ θεωρηθεῖς ἀπών. Ἄλλο ἂν δὲν εἶσαι οὔτε παρών.
Ὁ Λευτέρης λοιπὸν ἄρχισε νὰ ἔρχεται στὸ σχολεῖο, ἀλλὰ ἡ παρουσία του ὡς μαθητῆ ἦταν μηδαμινή: δὲ διάβαζε ποτὲ τίποτε, δὲν ἤξερε ποτὲ τίποτε, δὲν εἶχε τσάντα γιὰ νὰ παίρνει τὰ βιβλία κι ἔτσι τὰ ἄφηνε μονίμως στὸ σχολεῖο. Ὡστόσο δὲν προκαλοῦσε προβλήματα (ὅπως φοβοῦνταν οἱ παλιοὶ συνάδελφοι, ποὺ τὸν εἶχαν καὶ παλιὰ μαθητή, ὅταν εἶχε τὰ μυαλὰ πάνω ἀπὸ τὸ κεφάλι του), ἦταν εὐγενικός, φερόταν μὲ σεβασμὸ σ’ ἐμᾶς καὶ μὲ κατανόηση στοὺς πιτσιρικάδες συμμαθητές του, κι ἐπιπλέον ἔδειχνε ὅτι δὲν ἦταν ρεμάλι, εἶχε καὶ μυαλὸ καὶ εὐαισθησίες. Συζητήσαμε μιὰ φορὰ τὴν περίπτωσή του στὸ Σύλλογο.
Ἕνας εἶπε: τί θὰ γίνει ρὲ παιδιὰ μ’ αὐτόν; εἶναι ἔξυπνος, ἀλλὰ δὲν κάνει τίποτε. Καταλαβαίνω ὅτι αὐτὸ ποὺ ἔχει ἤδη κάνει, νὰ ρίξει τὰ μοῦτρα του καὶ νὰ γυρίσει στὰ θρανία πλάι πλάι μὲ τοὺς δεκατριάχρονους, ἀπαιτεῖ μεγάλα κότσια, ἀλλὰ ἀφ’ ἧς εἶδα τὶς δυνατότητές του θέλω κάτι παραπάνω ἀπὸ αὐτόν. Ἂς μὴ διαπρέψει, τουλάχιστον ὅμως ἂς δείξει μία προσπάθεια.
Ἄλλος εἶπε: δὲ συμφωνῶ. Δὲν ξέρεις τὴ ζωή του, δὲν ξέρεις πραγματικὰ πόσο δύσκολο εἶναι αὐτὸ ποὺ κάνει. Ἐγὼ δὲ ζητάω τίποτε παραπάνω ἀπὸ αὐτόν· καὶ μόνο γιὰ τὸ ὅτι ἔρχεται καὶ δὲν προκαλεῖ προβλήματα, καὶ μόνο ποὺ δὲν καπνίζει στὸ προαύλιο ἐνῶ εἶναι ἐνήλικος, γιὰ νὰ μὴν τὸν δοῦν οἱ μικροί, ἐγὼ τοῦ εἶχα καλὸ βαθμὸ καὶ θὰ τοῦ τὸν ἀνεβάσω κι ἄλλο.
Αὐτὴ ἡ δημηγορία συγκίνησε καὶ ἔπεισε ὅσους συναδέλφους ἦταν ἀρχικὰ τῆς ἀντίθετης γνώμης. Σὲ ὁρισμένους ἀπὸ ἐμᾶς ποὺ εἶχαν ἤδη κάνει αὐτὴ τὴν κουβέντα μὲ τὸν ἴδιο τὸ Λευτέρη, ἐκεῖνος εἶχε ἐξηγήσει: ἔχετε δίκιο, θέλω πολὺ νὰ προσπαθήσω, ἀλλὰ δουλεύω κιόλας, καταλαβαίνετε... Ὁπότε τὸ ζήτημα ἔκλεισε: ὁ Λευτέρης μᾶς ἀρκεῖ νὰ ἔρχεται.
Τὸ ζήτημα ξανάνοιξε ὅταν διαπιστώθηκε ὅτι ὁ Λευτέρης κι αὐτὸ πήγαινε νὰ τὸ κόψει: ἀπὸ κάθε μέρα ἄρχισε νὰ μὴν ἔρχεται τὴ μία στὶς τρεῖς, μετὰ ἐρχόταν μέρα παρὰ μέρα, μετὰ μία μέσα δέκα ἔξω, καὶ στὸ τἐλος τὸν χάσαμε γιὰ τὰ καλά. Στὶς ἀρχὲς τοῦ τρίτου τριμήνου βγῆκε φερμάνι νὰ μὴν τὸν γράφουμε πιὰ στὸ ἀπουσιολόγιο. Θεωρήθηκε ὅτι ὁ Λευτέρης διέκοψε.
Ὅμως κλείνοντας τὴ χρονιὰ τὸν ξαναθυμηθήκαμε: τί θὰ γίνει μὲ τὸ Λευτέρη; Ὁρισμένοι ἀπὸ ἐμᾶς αἰφνιδιάστηκαν ἀπὸ τὴν ἐρώτηση, γιατὶ δὲν πίστευαν ὅτι ὑπῆρχε κάτι νὰ γίνει μ’ αὐτόν. Ἀφοῦ διέκοψε! Ἄλλοι πάλι δὲν αἰφνιδιάστηκαν ποσῶς. Πάντως τὸ δίλημμα ἦταν πολὺ συγκεκριμένο: ὁ Σύλλογος ἀποφασίζει ἂν θέλει νὰ τὸν ἀφήσει στὸν τόπο (δηλαδὴ νὰ ἐπαναλάβει τὴν τάξη ἄνευ ἑτέρου) ἢ νὰ τὸν παραπέμψει γιὰ ἐξετάσεις σὲ ὅλα τὰ μαθήματα τὸ Σεπτέμβρη. Οἴκοθεν νοεῖται ὅτι ἂν πάει Σεπτέμβρη θὰ περάσει, ἔστω καὶ γιὰ μόνο τὸ λόγο ὅτι ἀποκλείεται νὰ γράψει. Ἀκούστηκαν οἱ ἑξῆς ἀπόψεις:
–Σεπτέμβρη, γιατὶ δὲν ξέρεις τί περνάει αὐτὸ τὸ παιδί· ἡ φοίτηση μέχρι καὶ τὸ Γυμνάσιο εἶναι ὑποχρεωτική· τοῦ ἀξίζει μιὰ δεύτερη εὐκαιρία· πρέπει νὰ τὸν βοηθήσουμε· ἀντικειμενικὰ δὲν μπορεῖ νὰ ἔρχεται στὸ σχολεῖο καὶ ταυτόχρονα νὰ δουλεύει, ἄλλωστε ἡ περιοχὴ δὲν ἔχει νυχτερινὸ σχολεῖο.
–Στὸν τόπο, γιατὶ ὅ,τι κι ἂν περνάει αὐτὸ τὸ παιδὶ δὲν εἶναι ἀπὸ δικό μας φταίξιμο· ἡ ζωὴ εἶναι δύσκολη, δὲν τὴν κάνουμε ἐμεῖς δύσκολη· γιατὶ εἶχε ἤδη μία δεύτερη εὐκαιρία, τὸ Σεπτέμβρη ἢ τοῦ χρόνου θὰ εἶναι ἡ τρίτη, καὶ κανεὶς δὲν θὰ τοῦ ἀρνηθεῖ μία τέταρτη ἢ πέμπτη· γιατὶ τὸν ἔχουμε ἤδη βοηθήσει, ἀλλὰ δὲν μποροῦμε νὰ βοηθᾶμε μόνοι μας, διάβολε, ἂς κάνει κάτι κι ὁ ἴδιος· γιατὶ ἀνοίγουμε κακὸ προηγούμενο: ἂν δὲν κόψουμε αὐτὸν τώρα, δὲ θὰ μπορέσουμε ποτὲ νὰ κόψουμε κανέναν (λὲς καὶ τίθεται τέτοιο ζήτημα!)· γιατὶ θὰ δείξουμε ὅτι ὅσοι πᾶνε σχολεῖο εἶναι μαλάκες, δὲν ἔχουν παρὰ νὰ διακόψουν, καὶ μετά, στὰ εἴκοσί τους, νὰ ἔρθουν νὰ κάνουν μία ἐγγραφή· γιατὶ ἂν τοῦ χρόνου ἔρθει πάλι νὰ κάτσει μὲ τοὺς συμμαθητές του θὰ μᾶς κρεμάσουν κουδούνια· γιατὶ θὰ μποροῦσε κάλλιστα νὰ ἔρχεται στὸ σχολεῖο, νὰ μὴν πηγαίνει στὴ δουλειά, καὶ ἁπλῶς νὰ πληρώνεται (–Τώρα συνάδελφε γίνεσαι παράλογος: αὐτὸ δὲ γίνεται. –Ἂν μπορεῖ νὰ μὴν ἔρχεται στὸ σχολεῖο χωρὶς νὰ θεωρεῖται ἀπὼν μὲ ὅ,τι αὐτὸ συνεπάγεται, τότε δὲ νομίζω ὅτι γίνομαι παράλογος)· γιατὶ ὁ ἄνθρωπος μέχρι στιγμῆς δείχνει νὰ μᾶς σέβεται, καὶ ἂν τοῦ στήσουμε κῶλο θὰ χάσει δικαίως τὸ σεβασμό του γιὰ μᾶς.
–Σεπτέμβρη, γιατὶ συμφωνῶ μὲν μὲ ὅλα αὐτά. ἀλλὰ καὶ τί νὰ τὸν κάνουμε;
Ψηφίσαμε καὶ ἀποφασίσαμε Σεπτέμβρη. Καὶ τότε σκάει ἡ παραμύθα: παρόλο ποὺ ὁ Λευτέρης δὲν ἔχει σχεδὸν καθόλου ἀπουσίες στὸ πρῶτο τρίμηνο, ἀφοῦ κατὰ τὸ μεγαλύτερο μέρος του δὲν ἦταν γραμμένος, οὔτε καὶ στὸ τρίτο ποὺ δὲν πάτησε οὔτε μία φορὰ γιὰ καλημέρα, γιατὶ δὲν τοῦ τὶς γράφαμε (καὶ λογικὰ μᾶλλον γι’ αὐτὸ ἔπαψε νὰ ἔρχεται), ἐντούτοις καὶ μόνο τοῦ δεύτερου τριμήνου οἱ ἀπουσίες του εἶναι τόσες ὥστε νομικῶς δὲν καλυπτόμεθα νὰ μὴν τὸν ἀφήσουμε στὸν τόπο. Τί θὰ κάνουμε;
Ἡ συνολικὴ κατάσταση ἀπουσιῶν εἶναι ἕνα βιβλίο στὸ ὁποῖο ἀπαγορεύεται νὰ βάλουμε μπλάνκο. Ἀφοῦ ἀπαγορεύεται, ἐννοεῖται πὼς δὲν μποροῦμε ἐμεῖς νὰ τὸ κάνουμε. Τί εἴμαστε, τίποτε παράνομοι; Θεός φυλάξοι!
Ἔλα ὅμως ποὺ μᾶς περισσεύουν ἀπουσίες! Ὅπως ἀντιλαμβάνεσθε, σχίσαμε τἠ σελίδα καὶ τὴν ξαναγράψαμε. Στὴν ἴδια συνεδρίαση ἀποφασίσαμε καὶ κάτι ἄλλο: στὴν τάξη ὅπου φοιτᾶ ἡ ἀνεψιὰ τοῦ καθηγητῆ τῶν μαθηματικῶν, τὰ θέματα τῶν ἐξετάσεων θὰ τὰ βγάλει ὁ ἄλλος καθηγητὴς μαθηματικῶν, γιὰ νὰ μὴ δημιουργηθοῦν ὑπόνοιες ὅτι ὁ θεῖος τὰ σφύριξε στὴν ἀνεψιά του. Διότι, ἐδῶ εἴμαστε ἀδιάβλητοι. Δὲ θέλουμε νὰ δίνουμε ἀφορμὲς νὰ μᾶς πιάνει ὁ κόσμος στὸ στόμα του!