ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΚΑΡΠΑΘΙΚΑ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ

Γεια σας. Στα «Καρπάθικα Ημερολόγια», που πλέον γράφονται από την Αθήνα το Ηράκλειο, δημοσιεύω σκέψεις και ιδέες που με απασχολούν και που προέρχονται από οτιδήποτε μπορεί να είδα, άκουσα, έζησα.
Για να είμαστε σύμφωνοι με τους κανόνες του παιχνιδιού, θα διατηρήσουμε την ανωνυμία μας. Ο σκοπός βέβαια δεν είναι να κρυφτούμε πίσω από ένα ψευδώνυμο για να πούμε όσα δε θα τολμούσαμε να πούμε ενυπόγραφα, γι' αυτό και κάθε σχολιαστής είναι φυσικά ελεύθερος να υπογράφει όπως θέλει, επωνύμως ή ψευδωνύμως. Ωστόσο, θέλω να μείνουμε σταθεροί σ' αυτή την έστω και σχετική ανωνυμία, δηλαδή να μη δημοσιεύουμε το όνομα του άλλου αν το ξέρουμε.
Όταν απαγορευτεί η ανωνυμία, βλέπουμε...

Δευτέρα 15 Φεβρουαρίου 2010

ΤΟ ΣΤΑΥΡΟΔΡΟΜΙ


Το παρακάτω βιντεάκι έχει τραβηχτεί στις Ινδίες, σε κάποιο άγνωστο σταυροδρόμι κάποιας άγνωστης πόλης.


Αυτό που βλέπουμε είναι τόσο απίστευτο ώστε καταντά αστείο. Δεκάδες αυτοκίνητα, μηχανάκια, ποδήλατα, λεωφορεία και πεζοί συρρέουν από και προς κάθε κατεύθυνση, χωρίς κανείς να περιμένει τον άλλο, και χωρίς παρά ταύτα να συγκρούονται ή έστω να ενοχλούν αλλήλους. [Αν τυχόν δεν ανοίγει το βίντεο, κάντε κλικ επαέ.]
Όμως αν το καλοσκεφτούμε, δεν είναι αστείο. Είναι ένα επίτευγμα που απέχει έτη φωτός απ’ ό,τι θα μπορούσαμε ποτέ να καταφέρουμε στην Ελλάδα. Το σταυροδρόμι δεν έχει φανάρια, καμία κατεύθυνση δεν είναι απαγορευμένη, και −χωρίς βέβαια να έχω μελετήσει τον ινδικό Κ.Ο.Κ., κρίνοντας από ό,τι βλέπω− δε φαίνεται να υπάρχουν κανόνες για το ποιος έχει προτεραιότητα. Το τι θα κάνει ο κάθε οδηγός ή πεζός δεν υπαγορεύεται από κανέναν εξωτερικό κανονισμό, το επιλέγει ο ίδιος κρίνοντας και αυτοσχεδιάζοντας κάθε στιγμή. Όμως όλοι είναι τόσο καλά μαθημένοι σ’ αυτό το σύστημα, ώστε ενώ τα οχήματα είναι πολλά η ροή της κυκλοφορίας είναι εντούτοις απρόσκοπτη, δε δημιουργείται μποτιλιάρισμα, και κανείς δεν ενοχλεί κανέναν.
Το να μην υπάρχουν κανόνες θα μπορούσε κάποιος βιαστικά να το καταδικάσει ως σημάδι καθυστέρησης και πρωτογονισμού. Όμως το αποτέλεσμα τον διαψεύδει: εφόσον το ζητούμενο, η ομαλή κυκλοφορία, επιτυγχάνεται, πάει να πει ότι ο τρόπος είναι σωστός, όσο κι αν σε κάποιον με άλλες συνήθειες φαίνεται παράδοξος. Κι ακόμα παραπάνω: όχι απλώς ο τρόπος είναι σωστός, είναι και πιο σωστός από τον δικό μας, αφού το αποτέλεσμα είναι πιο πετυχημένο από το αντίστοιχο δικό μας (σ’ εμάς η κίνηση θα μπλοκάριζε, όλοι θα καθυστερούσαν, θα εκνευρίζονταν, θα κόρναραν και θα μισούσαν αδυσώπητα αλλήλους).
Η πρακτική των Ινδών οδηγών μοιάζει να στηρίζεται στην εξής φιλοσοφία: «Δεν περιμένω κανέναν, φροντίζω μόνο για την προσωπική μου εξυπηρέτηση». Ακούγεται απαίσιο: τι μίζεροι μικροεγωιστές, τι απολίτιστοι! Κι όμως, ούτε αυτό είναι αλήθεια. Με τα δεδομένα που επικρατούν παρ’ ημίν, όποιος ενεργεί μ’ αυτό τον τρόπο είναι πράγματι απολίτιστος, μίζερος και μικροεγωιστής, και επιβαρύνει το σύνολο για ένα αμελητέο (και δη αμφίβολο) προσωπικό κέρδος. Να όμως που υπό άλλες συνθήκες η νοοτροπία «πρώτα εγώ» μπορεί να συντελέσει, μ’ ένα τρόπο ακατανόητο ίσως σ’ εμάς, στην αρμονικότερη και επιτυχέστερη συνύπαρξη πολλών ανθρώπων. Στο βιντεάκι βλέπουμε ότι τα καταφέρνουν μια χαρά, και ως σύνολο και ο καθένας προσωπικά. Άρα όλα σχετικά είναι.
****************************************************
Δεν έχω βιντεάκι από αντίστοιχες σκηνές σε δυτικοευρωπαϊκές πόλεις, αλλά όλοι λίγο-πολύ ξέρουμε τι γίνεται: όλοι τηρούν τις προτεραιότητες, όλοι μένουν στη λωρίδα τους, όλοι σταματάν στο πορτοκαλί αφήνοντας ελεύθερη τη διάβαση πεζών, και το αποτέλεσμα είναι ότι κι εκεί η κυκλοφορία ρέει ανεμπόδιστα και ο καθένας μπορεί να φτάσει στον προορισμό του σε προβλέψιμους χρόνους.
Μόνο που σ’ αυτή την περίπτωση το ίδιο αποτέλεσμα επιτυγχάνεται με τους ακριβώς αντίθετους τρόπους: πρώτον, υπάρχουν έξωθεν ρυθμίσεις για το τι ακριβώς θα κάνει ο καθένας σε κάθε περίπτωση, και δεύτερον, στο μικρό περιθώριο αυτοσχεδιασμού που απομένει στον καθένα δεν πρυτανεύει ο ατομισμός αλλά η εξυπηρέτηση του συνόλου.
Θα μπορούσε κουτοπόνηρα να σκεφτεί κανείς: «αφού κι ετούτοι κι εκείνοι τα καταφέρνουν, εγώ μαλάκας είμαι να βάλω τον εαυτό μου τελευταίο; Άρα, ζήτω το ινδικό σύστημα. Πρώτος εγώ.» Αυτό δείχνει βέβαια πως δεν έχει καταλάβει κανένα από τα δύο συστήματα. Εξίσου βιαστική είναι και η αντίθετη άποψη: «τι ζώα αυτοί οι Ινδοί! αφού έτσι κι αλλιώς θα τα κατάφερναν, τι τους έπιασε να τα κάνουν όλα πρώτοι;». Ούτε οι Ινδοί είναι ζώα ούτε οι Δυτικοευρωπαίοι κορόιδα. Και οι δύο λειτουργούν με τρόπο που είναι ουσιαστικότατα πολιτισμένος. Τα συστήματά τους εκ πρώτης όψεως διαφέρουν, αλλά το μυστικό είναι ότι και οι δύο έχουν αφομοιώσει εις βάθος ο καθένας το σύστημά του και παραμένουν συνεπείς σ’ αυτό.

Χρόνης Μπότσογλου: Αυτοκινητόδρομος
Ας δούμε τώρα την τρίτη περίπτωση. Στην Ελλάδα, σταυροδρόμι Ανατολής και Δύσης και χωνευτήρι των πολιτισμών, κάνουμε λίγο απ’ τό ’να και λίγο απ’ τ’ άλλο. Αφενός αναθέτουμε στους νόμους να μας βρουν τον τρόπο, αφετέρου θεωρούμε ότι μόνοι μας μπορούμε να βρούμε καλύτερο τρόπο, οπότε παρακάμπτουμε τους νόμους. Οι νόμοι μας στηρίζονται στη λογική «πρώτα οι άλλοι», οι λύσεις που βρίσκουμε μόνοι μας στη λογική «πρώτα εγώ», και το αποτέλεσμα είναι ότι δεν περνάει κανείς ούτε πρώτος ούτε τελευταίος, μένουμε όλοι κολλημένοι στην ακίνητη κίνηση βρίζοντας, συσσωρεύοντας εκνευρισμό και υποσχόμενοι ενδόμυχα ότι το επόμενο φανάρι θα το περάσουμε πάση θυσία, δεν πα να ’ναι και βαθυπόρφυρο. Δεν έχουμε κανένα σύστημα στο οποίο να μένουμε συνεπείς, και φυσικά τα κάνουμε σκατά. Δε λειτουργούμε πολιτισμένα.
Κι όμως, η Ελλάδα είναι όντως σταυροδρόμι των πολιτισμών. Από αρχαιοτάτων χρόνων υπάρχει αυτή η παράδοση της δημιουργικής ενσωμάτωσης ξένων πολιτιστικών στοιχείων. Ακόμη κι αν ένας σημερινός ανθελληναράς (ένας από εκείνους που από υπερβολική αντίδραση στις εμμονές των εθνόκαυλων φτάνει να μην παραδέχεται τίποτε καλό για τους Έλληνες) μπορέσει να αποδείξει ότι οι ρίζες οποιουδήποτε από τα πολιτιστικά επιτεύγματα που κατά παράδοση αποδίδουμε στους Έλληνες στην πραγματικότητα ξεκινάνε από κάποιον άλλο λαό, παραμένει αναντίρρητο γεγονός ότι η συγκεκριμένη μίξη από την οποία βγήκαν όλα αυτά είναι καθαρά ελληνική. Ίσως τελικά αυτό να είναι και το χαρακτηριστικότερο, σημαντικότερο και διαχρονικότερο στοιχείο του ελληνικού πολιτισμού.
Σε μία σύντομη παρέκβαση θα δώσω ένα πολύ γνωστό παράδειγμα του τι εννοώ, και επανέρχομαι στο κυρίως θέμα μου. Είναι γνωστό και επιστημονικά τεκμηριωμένο ότι το λατινικό και το κυριλλικό αλφάβητο προέρχονται από το ελληνικό. Ο ελληναράς χαίρεται και καμαρώνει γι’ αυτό: «χρωστάτε τη γραφή σας σ’ εμάς, όλος ο πολιτισμός προέρχεται από μας». Ο ανθελληναράς αντιδρά σ’ αυτό: «Αμάν πια, οι Έλληνες όλα τα καπηλεύονται. Είναι πασίγνωστο ότι το ελληνικό αλφάβητο προέρχεται με τη σειρά του από το φοινικικό. Το λέει κι ο Ηρόδοτος, ανοίχτε κάνα βιβλίο. Κάτσε κάτω βλάκα και μην κουνιέσαι, καμιά πρωτιά δεν έχουμε.» Η αλήθεια είναι ότι τα σχήματα, τα ονόματα και η σειρά των ελληνικών γραμμάτων προέρχονται όντως από τα φοινικικά. Αλλά η φοινικική γραφή δεν ήταν αλφαβητική: έγραφε μόνο τα σύμφωνα, τα φωνήεντα τα μάντευε κανείς. Είναι σαν να λέμε ότι έγραφαν ΠΝΤΣ και έπρεπε να μαντέψει κανείς αν εννοούσαν πόντος, πάντως, Πόντιος, πού ’ν’ τος, πάντες, πόντσο, άπαντες, απάνω τους, απανωτές, πένητες, ύπνο της... Ήταν ένα δύσκολο και ατελές σύστημα γραφής. Οπωσδήποτε τεράστιο πολιτιστικό επίτευγμα για την εποχή του, αλλά πολύ πιο πίσω από τα σημερινά αλφαβητικά συστήματα όπου κάθε φθόγγος γράφεται με ένα μονοσήμαντο τρόπο. Η επινόηση της αλφαβητικής γραφής είναι όντως ελληνική. Το έναυσμα προήλθε από τους Φοίνικες, αλλά η εφεύρεση, στη μορφή που την κάνει πραγματικά σημαντική, να αλλάζει τον κόσμο και να κάνει τη γραφή αρκετά εύκολη ώστε να μαθαίνεται απ’ όλους και όχι μόνο από τους ιερείς ή τους εμπόρους, συντελέστηκε στην Ελλάδα. Κατά τούτο, όλα τα αλφάβητα προέρχονται από το ελληνικό. Για παράδειγμα το αρμενικό, που οπτικά δε μοιάζει καθόλου με το ελληνικό, αξιοποιεί την ίδια ιδέα −ένα σύμβολο για κάθε φθόγγο. Το γλαγολικό, το παλιό αλφάβητο της σλαβωνικής (εκκλησιαστικής σλαβικής) γλώσσας, είναι αυτό που στην πραγματικότητα σχεδιάστηκε από τον Μεθόδιο και τον Κύριλλο. Δε μοιάζει με κανένα ιδιαίτερα, ούτε με το ελληνικό ούτε με το σημερινό σλαβικό αλφάβητο (που αποτελεί μεταγενέστερη τροποποίηση, παρόλο που παραπλανητικά το λέμε κυριλλικό), αλλά κι αυτό στηρίζεται στην αρχή της αλφαβητικής γραφής. Προέρχεται από το ελληνικό. Τα κινέζικα ιδεογράμματα και τα ινδικά συλλαβογράμματα, που δεν προέρχονται από το ελληνικό αλφάβητο, δεν είναι αλφάβητα, είναι άλλα συστήματα γραφής.
Με τον ίδιο τρόπο οι Έλληνες ανέκαθεν υιοθετούσαν, αφομοίωναν, εξείλισσαν και παρέδιδαν οποιοδήποτε αξιόλογο πολιτιστικό στοιχείο μάθαιναν από κάποιον άλλο λαό. Αυτός ο άλλος λαός μπορούσε να είναι ανατολίτικος, δυτικός, βόρειος ή νότιος, χωρίς καμία διάκριση, αρκεί να είχε κάτι καλό να δώσει. Στις απαρχές της ιστορίας οι υψηλοί και μεγάλης επιρροής πολιτισμοί αναπτύσσονταν κυρίως στα θερμά μέρη της Ανατολής (π.χ. Μεσοποταμία, Αίγυπτος), αργότερα το κέντρο μεταφέρθηκε προς Δυσμάς και προς Βορράν. Αλλά τα δάνεια που έπαιρναν οι Έλληνες δεν προήρχοντο αποκλειστικά από «υψηλούς» πολιτισμούς. Λαοί όπως οι Φρύγες και οι Λυδοί ποτέ δεν ήταν στο κέντρο του παγκόσμιου πολιτιστικού γίγνεσθαι, αλλά οι Έλληνες δεν απαξίωσαν να πάρουν κι απ’ αυτούς στοιχεία μουσικής και θρησκευτικά. Η σημερινή μας γλώσσα, ανάμεσα σε παμπλήθη λεξιλογικά δάνεια από την τουρκική, τις λατινογενείς γλώσσες, τα αγγλικά κλπ., έχει και κάποια λίγα αλλά σημαντικά που προέρχονται από την αλβανική (π.χ. μπέσα), τη γλώσσα ενός λαού που ποτέ δεν ήταν στην πρωτοπορία του πνεύματος. Αλλά οι Αλβανοί, μπορεί να μην έχτισαν πυραμίδες, καλλιέργησαν όμως την έννοια της μπέσας και αυτό ήταν αρκετό.
**************************************************
Αυτό είναι το σταυροδρόμι των πολιτισμών. Δεν είναι μύθευμα. Σήμερα όμως δε λειτουργεί πια. Ή πάντως σίγουρα δε λειτουργεί προς όφελός μας. Σήμερα είμαστε ένας απολίτιστος λαός, που προσπαθεί να επιβάλει στον εαυτό του νόμους δυτικού προτύπου, δηλαδή με κυρίαρχο το στοιχείο της κανονικότητας και της ρύθμισης, τους εφαρμόζει όμως με τρόπο ανατολίτικο, δηλαδή αυτοσχεδιάζοντας κατά περίπτωση (κάτι για το οποίο έχουμε χάσει την ικανότητα αλλά μας έχει μείνει η συνήθεια), και καταφέρνουμε:
−να μην μπορούμε να βάλουμε πέντα αμάξια σε μια σειρά στο δρόμο
−να μας αναγνωρίζουν σε όλα τα διεθνή αεροδρόμια επειδή είμαστε οι πιο σαματατζήδες τουρίστες
−οι φοιτητές μας στο Παρίσι να κλέβουν σοκολάτες από τον Άραβα της γωνίας, να μπαίνουν στο μετρό χωρίς εισιτήριο πηδώντας την μπάρα και να αντιγράφουν στις εξετάσεις
−και, σε σοβαρότερο επίπεδο, να έχουμε ένα κράτος παντάπασιν αναποτελεσματικό, αποτυχημένο σε όλα και που αδυνατεί να εμπνεύσει σεβασμό σε οποιονδήποτε Έλληνα ή ξένο.
Πώς καταφέραμε το πλέον ακαταμάχητο προσόν μας επί χιλιετίες, το ότι είμαστε «μεταξύ Ανατολής και Δύσης», να το μετατρέψουμε σε 100% καθαρό μειονέκτημα; Θεωρώ ότι αυτό είναι κατόρθωμα σχεδόν εφάμιλλο του να καταστρέψει κανείς από το ’60 μέχρι σήμερα ένα νησί που η φυσική του ομορφιά χρειάστηκε εκατομμύρια χρόνια για να διαμορφωθεί.
Το πρόβλημα είναι ότι δεν αποδεχόμαστε την κουλτούρα μας. Οι Ινδοί οδηγοί στο βιντεάκι λένε «έτσι ξέρουμε, έτσι κάνουμε, δεν είμαστε Ευρωπαίοι». Οι δυτικοευρωπαίοι ομόλογοί τους το ίδιο: «έτσι το ’χουμε εμείς εδώ, δεν είμαστε Ινδοί». Εμείς δεν έχουμε τον αυτοσεβασμό να πούμε «δεν είμαστε καθαροί Ανατολίτες, δεν είμαστε καθαροί Δυτικοί, είμαστε Έλληνες και το κάνουμε ελληνικά»: προσπαθούμε να είμαστε δυτικοί, να πιθηκίσουμε τους δυτικούς, γιατί από τον καιρό που συστήθηκε το ελληνικό κράτος τα πρότυπα από τη Δύση προέρχονταν, αρνούμαστε τα ανατολίτικα στοιχεία μας, και αφού αντικειμενικά δεν μπορούμε να τα ξεριζώσουμε τα έχουμε περιορίσει σε ελαττώματα. Ελαττώματα όχι γιατί είναι αφ’ εαυτών κακά αλλά γιατί έρχονται σε σύγκρουση με τα δυτικά πρότυπα που προσπαθούμε όχι πια να αφομοιώσουμε αλλά να αντιγράψουμε αυτούσια.
****************************************************
Στους τελευταίους αιώνες της Οθωμανικής αυτοκρατορίας το κράτος ήταν υπό διάλυση. Δεν μπορούσε να εξασφαλίσει στους υπηκόους του τίποτε. Η αναγκαστική λύση επιβίωσης ήταν να την παλέψει κανείς μόνος του, όχι σύμφωνα με τους νόμους −που έτσι κι αλλιώς κανείς δεν τους γνώριζε, υπήρχε μόνο ένας καδής σε κάθε τόπο που τους εφήρμοζε όπως τον βόλευε− αλλά σύμφωνα με τις ευκαιρίες. Αν κάποιος τα κατάφερνε να βρει τη λύση, η πρώτη του μέριμνα θα ήταν να εξασφαλίσει τη βόλεψή του και μετά να τη μοιραστεί με τους πολύ δικούς του ανθρώπους: συγγενείς, κανένα κουμπάρο, κανένα συγχωριανό. Έτσι όπως το περιγράφω παραπέμπει άμεσα σε νεοελληνικές μικροπονηριές του τύπου «βρήκα άκρη για το βουλευτή που θα μου διορίσει τα παιδιά και θα κάαααθονται», αλλά δεν είναι μόνο έτσι. Οι περισσότεροι Έλληνες εκείνων των χρόνων που κατάφεραν να διακριθούν είτε στα γράμματα είτε στο εμπόριο, έτσι τα κατάφεραν: με προσωπικό αγώνα, βρίσκοντας μόνοι τους τις λύσεις.
Το Οθωμανικό κράτος δεν ήταν πάντα υπό διάλυση. Κάποτε λειτουργούσε όπως έπρεπε −όπως ήθελε δηλαδή. Και τότε όμως, η αυτενέργεια καλλιεργούνταν: «Κύριοι, μπορείτε να έχετε τη θρησκεία σας, την τοπική σας αυτοδιοίκηση, το εθιμικό σας δίκαιο. Εγώ αυτό που ζητάω είναι πέντε πραγματάκια: να πληρώνετε τους φόρους, λίγο παιδομάζωμα και τα λοιπά. Κατά τα άλλα είστε ελεύθεροι να την παλέψετε όπως νομίζετε καλύτερα.» Δεν προσπαθώ να εξωραΐσω τα περίφημα πεντακόσα χρόνια σκλαβιάς: δεν ήταν παραδείσιες συνθήκες, σε καμία περίπτωση. Ήταν όμως τέτοιες ώστε το να βρίσκει κανείς μόνος του λύσεις ήταν και αναγκαίο και θεμιτό. Και όποτε παρά ταύτα οι άνθρωποι (που τότε δεν ήταν βέβαια πολίτες, ήταν υπήκοοι) δεν κατάφερναν να βρουν μεταξύ τους την άκρη και χρειαζόταν να προσφύγουν στις αρχές, οι αρχές ενεργούσαν πιο σωστά και πιο ελεγχόμενα απ’ ό,τι στα μετέπειτα χρόνια της παρακμής. Όταν η παρακμή και η διάλυση έφτασε στο σημείο ο κάθε καδής, ο κάθε φορατζής και ο κάθε πασάς να δουλεύει για πάρτη του εις βάρος τόσο του λαού όσο και του κράτους, τότε πολλές φορές η λύση επιβίωσης ήταν η κομπίνα, το βόλεμα, το γλείψιμο και το λάδωμα.
Ακόμη πιο παλιά, επί Βυζαντίου, δεν ξέρω τι γινόταν. Δεν έχω δεδομένα να αναγάγω αυτή την παράδοση ελιγμών πιο πίσω. Πάντως είναι νομίζω φανερό ότι το να την ψάχνει κανείς μόνος του δεν είναι αφ’ εαυτού τόσο κακό όσο το έχουμε καταντήσει σήμερα.
Σήμερα έχουμε φορέσει στον εαυτό μας ένα σύστημα που δεν αφήνει περιθώριο να την ψάχνεις μόνος σου ει μη μόνον με αθέμιτους τρόπους. Είναι φανερό ότι δεν μπορεί να λειτουργήσει. Μεταφέρουμε αυτούσια κόλπα από χώρες της Δύσης, που εκεί λειτουργούν, όχι γιατί είναι σωστά αλλά γιατί εκεί είναι σωστά. Ο Γερμανός ή ο Σκανδιναυός θα κάνει αυτό που του ζητά ο νόμος, το κράτος, όχι γιατί είναι κουτόφραγκος αλλά γιατί έχει χίλιους δυο βάσιμους λόγους να εμπιστεύεται το κράτος του. Θα κάνει μια ειλικρινή φορολογική δήλωση, γιατί ξέρει ότι μ’ αυτά τα λεφτά θα έρθει ένα συνεργείο να μπαλώσει τις λακκούβες στο δρόμο έξω από το σπίτι του. Θα περιμένει στο κόκκινο, γιατί ξέρει πως όταν ανάψει το πράσινο θα έχει χώρο να προχωρήσει, δε θα μείνει για πάντα στο ίδιο σημείο. Ο Έλληνας δεν έχει λόγο να εμπιστεύεται ούτε το κράτος ούτε το νόμο, γιατί ξέρει ότι οι λειτουργοί του κράτους και του νόμου είναι σαν τον ίδιον. Δε θα πληρώσει το φόρο, γιατί έτσι κι αλλιώς οι λακκούβες δε θα μπαλωθούν. Αλλά κι αν καμιά φορά έρθει το συνεργείο να τις μπαλώσει, οι μισές θα μείνουν έτσι επειδή ο ίδιος δεν ενδιαφέρθηκε να πάρει το αμάξι του παρόλο που επί μια βδομάδα έβλεπε την ανακοίνωση «παρακαλώ τσακίδια από δω χάμου, θα έρθει συνεργείο οδοποιίας την Τρίτη». Φαύλος κύκλος.

***************************************************
Κι όμως, υπάρχουν και μερικά σημεία όπου ο σύγχρονος απόγονος του πολυμήχανου Οδυσσέα έχει ακόμη το περιθώριο να αυτενεργεί χωρίς να κάνει τίποτε κακό. Εγώ διασχίζω το δρόμο την ώρα που δεν περνάν αμάξια −για την ακρίβεια, διασχίζω το κάθε σημείο του δρόμου τη στιγμή που δεν περνάνε αμάξια από το συγκεκριμένο σημείο. Όταν μια φορά είδα μια παρέα Γερμανούς, τρεις μετά τα μεσάνυχτα καθημερινής, στην παντέρημη επί χιλιάδες μίλια δεξιά και αριστερά Πανεπιστημίου, να περιμένουν να ανάψει ο Γρηγόρης, ε δεν μπορώ να πω, τους χλεύασα από μέσα μου. Αυτό που έκαναν δεν είχε νόημα. Ο Έλληνας που δεν έχει το χρόνο ή τα φράγκα να πάει ακριβώς αυτή τη στιγμή στο συνεργείο, άμα λάχει θα δέσει και την εξάτμισή του μ’ ένα κομμάτι σύρμα −κάτι αδιανόητο υποθέτω στη Ζυρίχη, αλλά δεδομένο στο Κάιρο. Ο Έλληνας που οι γιατροί τού λένε «η περίπτωσή σου δεν έχει καμία ελπίδα», είναι πιο πρόθυμος από τον αντίστοιχο Ευρωπαίο να ψάξει μήπως κάπου αλλού υπάρχει μία ελπίδα που ο συγκεκριμένος γιατρός δε γνώριζε. Μπορεί κανείς να την ψάχνει μόνος του χωρίς να γίνεται παράσιτο της κοινωνίας, φτάνει η κοινωνική οργάνωση να του το επιτρέψει.
Ο Έλληνας τα κατάφερε τόσες χιλιάδες χρόνια όχι επειδή ήταν καβαντζόπουστας, αλλά επειδή ήταν πολυμήχανος: μία ευρύτερη έννοια που βέβαια κάπου περιλαμβάνει και αυτήν του καβαντζόπουστα, αλλά σε καμία περίπτωση δεν ταυτίζεται μαζί της. Γιατί δεν τον αφήνουμε να το αναπτύξει; Δεν είναι φανερό ότι τώρα δεν τα καταφέρνει;

3 σχόλια:

ο Παναγιώτης ο Λύγκας είπε...

Μπράβο κουμπαράτσι! Παρατηρήσεις:

1. Το βιντεάκι δεν παίζει, αλλά ξέρω ποιο είναι, το 'χω δει. Η Άννα λέει ότι έτσι είναι σε κάθε ινδικό σταυροδρόμι.

2. Ακριβώς αυτό το ευρύτερο θέμα συζητάγαμε τις προάλλες σε μια τάξη (τους είχα δώσει τη "Δυστυχία" του Δήμου). Νομίζω ότι θα τους βάλω αποσπάσματα αυτού του κειμένου σου να μεταφράσουν (για να μάθουν οι ερμοί ωραίες λέξεις σαν το "καβαντζόπουστας").

3. Αυτό το σκηνικό με τους Γερμανούς μου προκαλεί πολλή νοσταλγία για την Αθήνα τα μεσάνυχτα...

Πέπε είπε...

Νίκος Δήμου: "Η δυστυχία του να είσαι Έλλην". http://users.uoa.gr/~nektar/arts/prose/nikos_dimou_misfortune.htm

Δεν το γνώριζα το κείμενο. Πολύ καλό. Ο Δήμου παραείναι πικραμένος, αν και σε κάποια σημεία αφήνει να διαφανεί ότι δεν καταδικάζει: συμπαθεί -αλλά δε χαρίζει και κάστανα.

Καλά, είναι πράματα αυτά να διδάξεις στους Έλληνες της αμερικανικής διασποράς;

Ανώνυμος είπε...

critical mass.